Ο Αμερικανός ηθοποιός Τόνι Τοντ έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 69 ετών. Τον θυμόμαστε μέσα από την κλασική ταινία τρόμου Candyman του 1992.
Ο Αμερικανός ηθοποιός Τόνι Τοντ έφυγε χθες από τη ζωή, στις 8 Νοεμβρίου 2024, λίγο πριν κλείσει τα 70 του χρόνια, αφήνοντας πίσω του μία σπουδαία φιλμογραφία, σαν πρωταγωνιστής ή με πιο δεύτερους – αλλά πάντα χαρακτηριστικούς και ουσιώδεις – ρόλους. Γεννήθηκε στην πρωτεύουσα Ουάσινγκτον στις 4 Δεκεμβρίου 1954, ενώ παράλληλα με το πανεπιστήμιο σπούδασε θέατρο στο φημισμένο Eugene O'Neill National Actors Theatre Institute και στην Trinity Repertory Company.
Έχει εμφανιστεί σε πολλές επιτυχημένες ταινίες, όπως “Η Νύχτα των Ζωντανών Νεκρών” (1990), “Final Destination”, “Platoon”, “The Man from Earth”, “Το Κοράκι”, “Ο Βράχος”, “Hatchet”, αλλά αυτό που τον ακολούθησε και τον «στοίχειωσε» για μία ζωή, ένα καλό «στοίχειωμα», είναι ο πρωταγωνιστικός του ρόλος στην ταινία τρόμου “Candyman” του 1992, όταν έπαιξε ανατριχιαστικά το πνεύμα ενός Αφροαμερικανού καλλιτέχνη που τρομοκρατεί με ένα γάντζο στο χέρι μία ολόκληρη γειτονιά του Σικάγο.
Από τον “Candyman” και μετά, μία ταινία που απέκτησε άλλες τρεις συνέχειες με πιο πρόσφατη αυτή του 2021, ο Τόνι Τοντ εμφανίστηκε σε νέες ταινίες τρόμου, δράσης και φαντασίας, υπήρξε ένα πραγματικό horror icon των 90s, κάτι όχι σύνηθες για έναν μαύρο ηθοποιό. Από τα 1.95 μ. ύψος που έβλεπε τον κόσμο, έπαιζε χαρακτήρες επιβλητικούς και δυναμικούς.
Η αξία και η κληρονομιά του Candyman
Ο ρόλος του Τόνι Τοντ στο επιτυχημένο – τουλάχιστον σε καλλιτεχνικούς όρους - remake του Τομ Σαβίνι «Η Νύχτα των Ζωντανών Νεκρών» το 1990 τράβηξε τα βλέμματα των παραγωγών της ταινίας “Candyman” που ακολούθησε δύο χρόνια αργότερα. Δεν ήταν και μικρό πράγμα να παίζεις το ρόλο που είχε παίξει ο Ντουέιν Τζόουνς στην κλασική ταινία τρόμου του Τζωρτζ Ρομέρο του 1968.
Βασισμένη στη μικρή ιστορία “The Forbidden” του Clive Barker, στο “Candyman” – σε σκηνοθεσία Μπέρναρντ Ρόουζ - ακολουθούμε την Έλεν Λάιλ (Βιρτζίνια Μάντσεν), μία απόφοιτη του Πανεπιστημίου του Σικάγο που ετοιμάζεται να γράψει μία διατριβή για τους αστικούς θρύλους.
Αποφασίζει να ασχοληθεί με τον θρύλο του Candyman, το πνεύμα ενός Αφροαμερικανού καλλιτέχνη και γιου σκλάβου που δολοφονήθηκε τον 19ο αιώνα επειδή έκανε σχέση με την κόρη ενός πλούσιου λευκού και επέστρεψε – με ένα γάντζο στο χέρι – για να πάρει εκδίκηση. Τουλάχιστον έτσι λέει ο θρύλος. O Candyman εμφανίζεται μπροστά του αν πεις το όνομά του πέντε φορές μπροστά από ένα καθρέφτη.
Η Έλεν μαζί με μία συμφοιτήτρια κατευθύνονται στις εργατικές κατοικίες Cabrini-Green του Σικάγο για να δουλέψουν πάνω στη διατριβή, εν μέσω φημών ότι στις συγκεκριμένες κατοικίες κυκλοφορεί ακόμα και σήμερα ο Candyman και είναι υπεύθυνος για κάποιους φόνους. Θα κάνουν το λάθος να πουν το όνομά του πέντε φορές μπροστά από τον καθρέφτη…
O Τόνι Τοντ παίζει αριστουργηματικά τον Candyman, ενώ στην ταινία εμφανίζεται συνολικά γύρω στα 10 λεπτά. Ελάχιστος χρόνος αλλά ικανός για να τον τοποθετήσει στο «Πάνθεον των κακών» στις ταινίες τρόμου.
Πολύ πριν τις ταινίες του Τζόρνταν Πιλ (σεναριογράφος του νέου “Candyman” του 2021), η ταινία ασχολήθηκε με το «μαύρο τραύμα» και τον ρατσισμό μέσα από μία ιστορία υπερφυσικού τρόμου. Αν και ταινία από έναν λευκό σκηνοθέτη (Μπέρναρντ Ρόουζ), δεν δίσταζε να θίξει τις ανισότητες της εποχής, τις συνθήκες ανέχειας κάτω από τις οποίες ζούσε μεγάλο μέρος της μαύρης κοινότητας στις εργατικές πολυκατοικίες του Σικάγο.
Ο ίδιος ο Candyman, αυτό το πνεύμα του κακού, είναι θύμα του ρατσισμού. Δολοφονήθηκε με βάναυσο τρόπο γιατί τόλμησε να συνάψει σχέση με μία λευκή γυναίκα. Του έκοψαν το χέρι, τον περιέλουσαν με μέλι και άφησαν ένα μελίσι να τον τσιμπήσει μέχρι θανάτου. Στη συνέχεια έκαψαν το σώμα του και σκόρπισαν τις στάχτες στη σημερινή γειτονιά του Cabrini-Green.
Κάποιοι άλλοι έχουν διαφορετική γνώμη, βλέποντας στο πρόσωπο του Candyman έναν μπαμπούλα, ένα μαύρο άνδρα που κυνηγάει δύο λευκές γυναίκες φοιτήτριες, σε μία κακόφημη γειτονιά που «δεν θα έπρεπε να βρίσκονται».