Στη νέα δραματική θρίλερ σειρά του Netflix, ο Μπένεντικτ Κάμπερμπατς ψάχνει απεγνωσμένα τον γιο του που έχει εξαφανιστεί. 


Δεν υπάρχει πιο εφιαλτικό σενάριο για μία οικογένεια να εξαφανίζεται το παιδί της ξαφνικά, να χάνεται την ώρα που πηγαίνει στο σχολείο. Πώς διαχειρίζεσαι το σοκ της εξαφάνισης; Έχει χαθεί για πάντα ή υπάρχει ελπίδα να βρίσκεται κάπου ζωντανό; Το έχουν απαγάγει ή συνέβη κάτι άλλο; 

Μπροστά σε αυτό το σενάριο βρίσκεται αντιμέτωπος ο Μπένεντικτ Κάμπερμπατς («Sherlock», «Doctor Strange») που πρωταγωνιστεί στη νέα μίνι σειρά έξι επεισοδίων του Netflix με τίτλο «Eric». Σίγουρα, είναι η καλύτερη πρόταση για το πρώτο σαββατοκύριακο του Ιουνίου και ίσως ολόκληρου του μήνα. 

Βρισκόμαστε στη Νέα Υόρκη της δεκαετίας του ’80, μία πόλη σε αναβρασμό, εκεί που κυριαρχούν οι ανισότητες, χιλιάδες άστεγοι μένουν στους δρόμους, σε εγκαταλελειμμένους σταθμούς μετρό και σε άλλα underground σημεία της μητρόπολης που θυμίζει Γκόθαμ. Την ίδια στιγμή, μεγαλοκαρχαρίες του real estate διώχνουν ολόκληρες γειτονιές για χάρη του «εξευγενισμού» και η αστυνομική βία κυρίως κατά της αφροαμερικανικής κοινότητας καλά κρατεί. Δεν είναι το σενάριο της σειράς, αυτή ήταν και παραμένει η πραγματικότητα, με άλλα πρόσωπα και μορφές σήμερα.

Ο Βίνσεντ Άντερσον (Μπένεντικτ Κάμπερμπατς) είναι ένας κουκλοπαίκτης και μαριονετίστας, δημιουργός της επιτυχημένης παιδικής σειράς «Good Day, Sunshine!» (κάτι σαν τον Τζιμ Χένσον με το «Sesame Street»). Είναι επίσης ο αποξενωμένος γιος ενός μεγιστάνα του real estate. Ο Βίνσεντ έχει περάσει διάφορες φάσεις, από το αλκοόλ και τα ναρκωτικά, ενώ η πίεση από τους παραγωγούς της σειράς για τη δημιουργία νέων χαρακτήρων-μαριονετών για να ανέβει η τηλεθέαση και το ενδιαφέρον του κόσμου, του φέρνουν μεγάλη πίεση. Παλεύοντας με τα ψυχολογικά προβλήματα, δεν μπορείς να πεις ότι είναι ο ιδανικός συνεργάτης στη δουλειά. Οξύθυμος, νευρικός και αλαζόνας, είναι το άκρως αντίθετο από τι πρεσβεύει και δείχνει μία παιδική σειρά. Δεν φέρνει το χαμόγελο στους διπλανούς του. 

Ο Βίνσεντ τσακώνεται συχνά με τη γυναίκα του, Κάσι (Γκάμπι Χόφμαν), κάτι που έχει επηρεάσει τον 9χρονο γιο τους, Έντγκαρ. Ένα πρωί, μετά από νέο καβγά των γονιών του, ο Έντγκαρ βγαίνει έξω από το σπίτι για να πάει μόνος τους με τα πόδια στο σχολείο. Από εκείνη τη στιγμή, δεν τον ξαναβλέπει κανείς.

Είναι η στιγμή που Βίνσεντ «χάνει τη γη κάτω από τα πόδια του». Αρχίζει να ακούει φωνές και να βλέπει παραισθήσεις. Με τις αστυνομικές δυνάμεις να ψάχνουν τον μικρό Έντγκαρ σε όλη τη Νέα Υόρκη, ο Βίνσεντ θυμάται ότι είχε απορρίψει μία ιδέα του γιου του για τη δημιουργία μίας νέας μαριονέτας, του μεγαλόσωμου μπλε τέρατος Έρικ. Νιώθοντας ενοχή για την εξαφάνιση του γιου του, πιστεύει ότι αν φτιάξει την κούκλα Έρικ και την βγάλει στην τηλεόραση, ίσως ο Έντγκαρ από εκεί που βρίσκεται θα την δει και θα γυρίσει πίσω. Ο Έρικ «ζωντανεύει» μέσα στο μυαλό του Βίνσεντ. Του γίνεται εμμονή. Μπορεί μία αυταπάτη, ένα μπλε τέρας που υπάρχει μόνο στο μυαλό του Βίνσεντ να τον βοηθήσει να φέρει πίσω τον γιο του; 

Η σειρά “Eric”, με φόντο την εξαφάνιση του 9χρονου Έντγκαρ, «ανοίγει σαν βεντάλια» και ασχολείται με ζητήματα όπως η διαφθορά, η κοινωνική ανισότητα και ο ρατσισμός. Πολυεπίπεδη σαν ανάγνωση, με φοβερές ερμηνείες από τους πρωταγωνιστές, παραμένει ένα δραματικό θρίλερ που σε κρατάει σε αγωνία μέχρι το τελευταίο λεπτό, χωρίς να λείπουν κάποια μελοδραματικά ξεσπάσματα. Τηλεοπτικά, ο Ιούνιος μπήκε καλά.