Πρέπει να ήταν τουλάχιστον 50 μέτρα ουρά στην είσοδο... Και μιλάμε για... ελληνική ουρά –τουτέστιν όχι ο ένας πίσω απ’ τον άλλο, μα πηγαδάκια πίσω από άλλα πηγαδάκια!
Στρίβοντας το βράδυ της Παρασκευής από την Ιάκχου στη Βουτάδων και αντικρίζοντας την ουρά που είχε σχηματιστεί μπροστά στην είσοδο του Koo-Koo, έβαλα τα γέλια από την έκπληξη: πρέπει να ήταν τουλάχιστον 50 μέτρα και μιλάμε για... ελληνική ουρά –τουτέστιν όχι ο ένας πίσω απ’ τον άλλο, μα πηγαδάκια πίσω από άλλα πηγαδάκια. Περίμενα βέβαια μεγάλη προσέλευση, με βάση και τη viral κατάσταση που δημιουργήθηκε τελευταία γύρω από τους Villagers Of Ioannina City, όμως αυτό ξεπερνούσε κάθε φαντασία. Όταν μάλιστα αργότερα (έχοντας πλέον μπει στον χώρο) έμαθα από την παρέα ότι η ουρά είχε φτάσει μέχρι την Ιερά Οδό, εδραιώθηκε μέσα μου για τα καλά το επιβλητικό επίτευγμα της μπάντας.
Λογικό ήταν με τόση προσέλευση να καθυστερήσει αρκετά η έναρξη της συναυλίας. Όταν πάντως ανέβηκαν στη σκηνή οι Blame The Trees, και παρότι το μαγαζί είχε γεμίσει σε μεγάλο βαθμό, η είσοδος θεατών συνεχιζόταν. Το πενταμελές αθηναϊκό γκρουπ ήταν τυχερό και άτυχο μαζί εκείνο το βράδυ. Από τη μία δεν έχουν (φαντάζομαι) συχνά την ευκαιρία να παίξουν μπροστά σε τόσο μεγάλο κοινό, από την άλλη έπρεπε να αντιμετωπίσουν την αδημονία αυτού του κοινού για το «κυρίως πιάτο». Αν και ξεκίνησαν αγχωμένα, τελικά στάθηκαν αξιοπρεπέστατα και κέρδισαν μπόλικο χειροκρότημα, με την ερμηνεύτρια Talina Blame να ξεχωρίζει, λόγω φωνής αλλά και με την ανεπιτήδευτη παρουσία της. Νομίζω πάντως ότι οι Blame The Trees έχουν τις δυνατότητες για να αντλήσουν ακόμα περισσότερα από τη σύντηξη trip-hop και post-rock που επιχειρούν στο ντεμπούτο τουςSynapses, καθώς και για να κάνουν την επί σκηνής απόδοσή τους ακόμα πιο συμπαγή.
Με κάποιες επιπλέον καθυστερήσεις, οι πρωταγωνιστές της Παρασκευής ανέβηκαν στη σκηνή 25 λεπτά πριν τα μεσάνυχτα, μέσα σε εκκωφαντικές επευφημίες. Ξεκίνησαν με τα αγγλόφωνα κομμάτια του Riza, αλλά ο πραγματικός χαμός έγινε με τα διασκευασμένα παραδοσιακά, όπως το “Janim” και το “Krasi” –στο τελευταίο, που έκλεισε το κυρίως σετ, έγινε πραγματικά χαλασμός, ο οποίος οδήγησε σε κάμποσα encore. Οι αντιδράσεις του κόσμου ήταν μάλιστα τόσο ένθερμες και ενθουσιώδεις, ώστε σε στιγμές οδήγησαν την όλη κατάσταση σε... πανηγυριώτικες εκφάνσεις που προσωπικά είχα να δω από τις περίφημες συναυλίες του Θανάση Παπακωνσταντίνου με τους Λαϊκεδέλικα, την περίοδο 2002-2004.
Παρότι ήταν εμφανές ότι η μπάντα είχε εκπλαγεί από τη μαζική προσέλευση και το μαζικό… headbanging, η απόδοσή τους κυμάνθηκε σε αρκετά υψηλά επίπεδα, με κάποιες διαφοροποιήσεις όμως σε σχέση με τον δίσκο. Εκεί δηλαδή που στις ηχογραφήσεις ακούς ένα ραφιναρισμένο και αρκετά τεχνικό αποτέλεσμα, επί σκηνής βίωνες (αναμενόμενα ίσως) μια πιο ασουλούπωτη απόδοση των τραγουδιών. Έχω επίσης την αίσθηση ότι ο ήχος αδίκησε τους Villagers Of Ioannina City κατάφωρα. Σε πολλές στιγμές κατάλαβα δηλαδή τη σημασία του στίχου «το κλαρίνο με τρυπά» από εκείνο το παλιό τραγούδι του Θανάση Παπακωνσταντίνου (όχι απαραίτητα την ίδια που είχε κατά νου ο δημιουργός), ενώ άλλα στοιχεία του ήχου τους –όπως τα πλήκτρα και το μπάσο– χάθηκαν σε διάφορες περιπτώσεις.
Υπήρχαν συν και πλην λοιπόν στην εμφάνιση των V.I.C. στο Koo-Koo, με τα δεύτερα, πάντως, να βαραίνουν περισσότερο τη διοργάνωση παρά τους μουσικούς. Ίσως, για παράδειγμα, θα έπρεπε να έχουν μπει κάπως λιγότεροι στον χώρο, ώστε οι συνθήκες για τους παρευρισκόμενους να γίνουν πιο ανθρώπινες: ο ίδιος υπήρξα μάρτυρας και μιας λιποθυμίας. Από την άλλη, για την απόδοση της μπάντας δεν μπορεί κανείς να παραπονεθεί, αφού έπαιξε με πάθος και ορμή και διέθετε δυναμική σκηνική παρουσία. Κι αν παραμένω σκεπτικιστής απέναντι σε αυτό που κάνουν, δεν μπορώ να μην χαρώ για την επιτυχία τους, καθώς αποδεικνύει ότι με επιμονή, δουλειά και πρόταση με φόντα για ερείσματα σε μεγάλα ακροατήρια, ακόμα και ο ανεξάρτητος δρόμος μπορεί να είναι επιτυχημένος.
Χώρος: Koo-Koo, Αθήνα
Ημερομηνία: 2/5/2014
Συντάκτης: Μιχάλης Τσαντίλας
Photo: Δάφνη Ανέστη