Η ερώτηση, εάν ικανοποιούμε τις δικές μας προσδοκίες ή των άλλων, θα είναι για πάντα επίκαιρη
Δημιουργεί ακριβώς την ίδια αμηχανία με την ερώτηση «πόσα χρωστάς για το πτυχίο;» ή με την αμέσως χειρότερη «γιατί δεν βρίσκεις κι εσύ μία δουλίτσα;» . Θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως ερώτηση-κόλαφος που γίνεται πιο συχνά από ανθρώπους που έχεις να δεις/ μιλήσεις καιρό και πιο σπάνια από όσους σε ζουν καθημερινά. Και αυτό γιατί οι τελευταίοι γνωρίζουν καλύτερα τι σου συμβαίνει, άρα μπορούν και βγάζουν τα συμπεράσματά τους. Η ερώτηση αν είσαι ευτυχισμένος/η δημιουργεί τα ίδια ρίγη με αυτά που σε πιάνουν απο εκνευρισμό και πλήξη όταν περιμένεις στη τράπεζα, ή στην ουρά του σούπερ μάρκετ ή λίγο πριν από μια συνέντευξη. Απορείς πολλές φορές γιατί οι ερωτήσεις για προσωπικές υποθέσεις αφήνουν εντελώς αδιάφορους κάποιους άλλους, οι οποίοι ούτε τρομοκρατούνται, ούτε ανεβάζουν τη μικρή τους πίεση. Το ερώτημα που πρέπει να θέσεις στον εαυτό σου είναι ακριβώς αυτό. Το περιεχόμενο προσωπικών ερωτήσεων δεν παύει να είναι εκνευριστικό, το θέμα είναι γιατί εσύ έρχεσαι σ' αυτή τη θέση.
Το άγχος μας να συμβαδίζουμε με τους γύρω μας (ειδικά όταν ανήκουμε σε μία κοινή ομάδα) δικαιολογείται ώς ένα βαθμό, η αγωνία μας να συμπορευόμαστε ψυχολογικά και συναισθηματικά με τους γύρω μας όμως είναι εντελώς παράλογη. Μπορεί να έχει κατασκευαστεί χρόνια τώρα μία συγκεκριμένη φόρμα συναισθημάτων που θα' πρεπε να βρίσκεσαι μέσα κι εσύ, όμως καιρός να μάθουμε ότι δεν είμαστε η συνέχεια των άλλων. Δεν είμαστε η προέκταση των γύρων μας, ούτε καν των κοντινών μας. Το ίδιο ισχύει σε όλα τα επίπεδα. Ο καθένας μας βρίσκεται σε εντελώς διαφορετική πίστα ζωής, ανεξάρτητα από το αν συναντιόμαστε ηλικιακά, ως προς τα ενδιαφέροντα ή με βάση οποιοδήποτε άλλο κριτήριο θεωρούμε ότι έχουμε κοινό. Το «agenda-setting» που έχει διαμορφώσει η κοινωνία για όλους μας, ανάλογα κυρίως με την ηλικία μας, όπως τα 20 πράγματα που θα πρέπει να έχουμε κάνει ως τα 30 κι άλλα τέτοια, δεν συμβαδίζει πάντα με τα προσωπικά στάνταρ του καθένα κι αυτό είναι υγιές.
Το ότι καταλογίζουμε ευθύνες συχνά πάνω μας για όσα έχουμε προλάβει να κάνουμε ή όχι δεν έχει σχέση με το φορτίο ενοχής για όλες τις προσδοκίες που είχαν οι άλλοι για εμάς (όπως οι γονείς μας, η σχέση μας, οι φίλοι μας) αλλά η ενοχή αυτή στη πραγματικότητα κρύβει το γεγονός ότι εμείς οι ίδιοι δεν συγχωρούμε στον εαυτό μας ότι η πορεία μας παρεκκλίνει από τα ψίχουλα που μας άφησαν όλοι αυτοί για να συνεχίσουμε σε κοινή τροχιά. Η ερώτηση, εάν ικανοποιούμε τις δικές μας προσδοκίες ή των άλλων, θα είναι για πάντα επίκαιρη.