Η γερμανική σειρά είναι ένα ασυμμάζευτο αίνιγμα με πολλά επίπεδα που ολοκληρώθηκε με τον τρίτο κύκλο και προκαλεί τους θεατές να το αποκρυπτογραφήσουν από την αρχή.
Η γερμανική σειρά είναι ένα ασυμμάζευτο αίνιγμα με πολλά επίπεδα που ολοκληρώθηκε με τον τρίτο κύκλο και προκαλεί τους θεατές να το αποκρυπτογραφήσουν από την αρχή.
Το Dark ξεκίνησε σαν μια ευρωπαϊκή απάντηση στον θριαμβευτικό πρώτο κύκλο του Stranger Things. Δεν άργησε να φανεί, φυσικά, ότι το Dark δεν μοιράζονταν πολλά κοινά με τις υπόλοιπες σειρές του φανταστικού και μέσα σε τρεις σεζόν εξελίχθηκε σε μια περίτεχνη αφηγηματική φάκα που ερχόταν σε ρήξη με το μύχιο σύμπαν των κλασικών δραματικών ιστοριών μυστηρίου που διαδραματίζονται σε μικρές κοινωνίες.
Τα 26 συνολικά επεισόδια του Dark συμπληρώνουν ένα περίτεχνο νοηματικό παζλ που εκτείνεται σε πολλά επίπεδα χώρου και χρόνου και έχουν σχεδιαστεί με μπούσουλα ένα θηριώδες δενδρόγραμμα χαρακτήρων που εκτείνεται σε περισσότερες από μια υπαρκτές διαστάσεις. Το μεγάλο προτέρημα και ταυτόχρονα το μεγάλο πρόβλημα του Dark είναι αυτή η περίτεχνη και δαιδαλώδης αφήγηση. Πραγματικά, είναι σχεδόν ακατόρθωτο για τον θεατή να παρακολουθήσει τις λεπτομέρειες της παράλληλης δράσης και να αφομοιώσει όλα όσα προκύπτουν από τα αλλεπάλληλα άλματα στο χρόνο. Η δαιδαλώδης πλοκή της γερμανικής σειράς ξεκίνησε από την ανεξήγητη εξαφάνιση δυο παιδιών σε μια μικρή πόλη. Μέσα από μια κρυφή πύλη, οι ήρωες μεταφέρονται σε μια άλλη διάσταση χρόνου και αυτό θα περιπλέξει το μυστήριο, ενώ το οικογενειακό saga θα αποκτήσει άπειρες ερμηνείες, με το ενδιαφέρον να μετατοπίζεται στη δημιουργία ενός νέου κόσμου, απαλλαγμένου από τα στεγανά του χρόνου.
Οι δημιουργοί του Dark έχουν καλή αισθητική, αξιοποιούν την παγερή φωτογραφία και δεν αντιγράφουν την αμερικάνικη συνταγή ανάλογων επιτυχιών. Ωστόσο, έχω την εντύπωση ότι συχνά πέφτουν στην παγίδα να κάνουν επίδειξη ανωτερότητας απέναντι σε ανταγωνιστικές παραγωγές. Νιώθουν σούπερ έξυπνοι που έφτιαξαν μια σειρά με υπαρξιακό βάρος, που βασίζεται στις αρχές της κβαντικής φυσικής. Οι ανεξήγητες πτυχές των φυσικών επιστημών είναι λογικό να εξάπτουν τη φαντασία των σεναριογράφων, όμως στην προκειμένη,ο γρίφος ανοίγει διαρκώς και περιπλέκει τα πράγματα, με αποτέλεσμα ακόμη και οι πιο πιστοί θεατές να χρειάζεται να κρατάνε σημειώσεις με ονόματα και καταστάσεις ή να ανατρέχουν σε ιντερνετικά forumsγια να διαβάσουν θεωρίες και αναλυτικά recap επεισοδίων.
Όταν στο σενάριο, ένας χαρακτήρας δολοφονείται σε μια διάσταση από την μελλοντική βερσιόν του εαυτού του, κοιτάζοντας το θάνατο της αγαπημένης του, η οποία τελικά σώζεται, για να γυρίσει σε μια άλλη διάσταση και να επέμβει γιανα τον σώσει, τότε χρειάζεται μεγάλη σκηνοθετική μαεστρία για να υπάρξει συναισθηματικός αντίκτυπος ή όραμα επιπέδου Solaris για να υπάρξει εκτόπισμα. Η σειρά μπορεί να αποκτά το γαλόνι του εθιστικού “mind bending” θεάματος, αλλά οι παράλληλες ιστορίες με χαρακτήρες σε διαφορετικές ηλικίες δεν έχουν ουσιαστικό αντίκτυπο. Κι αυτό γιατί ο θεατής δεν μπορεί να επενδύσει σε χαρακτήρες που πεθαίνουν, ξαναζούν και συνυπάρχουν ταυτόχρονα με άλλες εκδοχές του εαυτού τους. Τελικά, οι δημιουργοί επενδύουν με πειθώ μόνο στογρίφο και επιλέγουν να κλείσουν τη σειρά με βιβλικές αναφορές,ήρωες που θέλουν να καταστρέψουν τη φυσική ροή του χρόνου (!) καιέναν νέο Αδάμ και μια νέα Εύα, που φιλοδοξούν να δημιουργήσουν έναν καινούριο κόσμο. Υπερβολική εξέλιξη; Σίγουρα.
Οι χρονικές λούπες, τα παράδοξα του φυσικού κόσμου, η ελεύθερη βούληση απέναντι στο πεπρωμένο και οι παράλληλες πραγματικότητες εξερευνώνται χορταστικά, με μπόλικη βία και ψυχρή εικονογράφηση, δίχως όμως την πηγαία έμπνευση που διαθέτουν διάσημες pop fiction ταινίες (Donnie Darko, 12 Monkeys κτλ). Σε κάθε περίπτωση, η τρίτη σεζόν του Dark δικαιούται μια υψηλή θέση σε πολλές cult sci-fi λίστες.
Τελικά, ξίζει να παρακολουθήσει κανείς τη σειρά στο σύνολό της; Φυσικά. Κυρίως για τις γλυκόπικρες ψυχαναλυτικές στροφές του σεναρίου. Όμως πρόκειται για εξαντλητική εμπειρία και τα αληθινά εμπνευσμένα πράγματα δεν πρέπει να εξαντλούν τις δυνάμεις του πρόθυμου θεατή.