Ο Βασίλης Σπανός πιάνει χειριστήριο, φοράει ακουστικά και καταγράφει δέκα τηλεοπτικές σειρές που εμπνεύστηκαν από τον κόσμο των videogames.
Υπάρχει μια ιστορία από τα παιδικά μου χρόνια, η οποία διαχρονικά μου θυμίζει τη σχέση videogames και μεγάλης οθόνης: το σωτήριο έτος 1995, στις αίθουσες κυκλοφόρησε το πολύ-αναμενόμενο για την εποχή live action adaptation του Mortal Kombat -ενός εκ των διασημότερων videogame όλων των εποχών. Το premise ήταν απλό, καθώς μια ομάδα μαχητών της Γης θα ταξίδευε σε ένα απομονωμένο νησί όπου θα υπερασπιζόταν το μέλλον του κόσμου παίζοντας ξύλο με πολεμιστές από διάφορα άλλα Realms πέρα από το δικό μας. Η σκηνοθεσία ήταν του Paul W. S. Anderson -πριν γίνει ο επίτιμος videogame-adaptation σκηνοθέτης που είναι σήμερα- και ανάμεσα στο cast κολλούσε ένσημα και ο Christopher Lambert, στιβαρό ακόμη όνομα στον κινηματογραφικό χάρτη της εποχής.
Υπήρχε μια άτυπη οικογενειακή συμφωνία εκείνη τη περίοδο, η οποία απαιτούσε τις υπερβολικά πολλές μου επισκέψεις στον κινηματογράφο, να τις κάνω με τον πατέρα και όχι με τη μητέρα μου. Λοιπόν, το Mortal Kombat το λάτρεψα. Αγόρασα την επομένη το soundtrack και το κεντρικό trance θέμα έπαιζε στο Walkman μου για βδομάδες, ενώ υπάρχει σοβαρή πιθανότητα η δεύτερη ζώνη που πήρα στο καράτε εκείνη τη χρονιά, να οφείλεται στον εντονότερο ζήλο που έδειξα προς το άθλημα λόγω της ταινίας -και ας μην έπαιζαν καν καράτε σε αυτή.
Το gaming ήταν κάτι το οποίο είχε μια συναρπαστική μοναδικότητα σαν μέσο διασκέδασής εκείνα τα χρόνια, ενώ τα videogame live-action adaptations ήταν επίσης κάτι πρωτόγνωρο. Είχαν προηγηθεί τα Super Mario Bros. του 1993 και τα Double Dragon και Street Fighter του 1994, όλα βουτηγμένα στην αφέλεια και αθωότητα μιας εποχής που μπορούσε να τα δεχθεί για αυτό που ήταν, άκοπα και χωρίς ιδιαίτερη ανάλυση -τουλάχιστον από το κοινό στο οποίο πρωτίστως απευθύνονταν.
Όμως, παρά τον ενθουσιασμό μου μετά τη προβολή της ταινίας, η προσοχή μου έπεσε σε κάτι άλλο, το οποίο άρχισε να με απασχολεί βαθύτατα το επόμενο διάστημα: Βγαίνοντας χοροπηδώντας το 1995 από το αείμνηστο cine Studio του Ηρακλείου, παρατήρησα τον πατέρα μου και τον είδα όπως δεν τον είχα ξαναδεί ποτέ. Με πόνο στα μάτια και απόγνωση στο βλέμμα. Ήταν η πρώτη φορά που είδα ενήλικο άνθρωπο να «σπάει» ψυχολογικά λόγω μιας ταινίας, έναν άνθρωπο που δεν κάπνισε ποτέ στη ζωή του να έχει ζωγραφισμένη στο πρόσωπό του την ανάγκη για τσιγάρο. Η «Θανάσιμη Μάχη» τον είχε κερδίσει -όπως και εγώ, μετά από εκείνο το βράδυ, κέρδισα το προνόμιο να πηγαίνω σινεμά μόνος μου πλέον και τους γονείς να με μαζεύουν με το αυτοκίνητο μετά το τέλος της κάθε ταινίας.
Η Τέχνη των videogames έχει δώσει μέχρι σήμερα αριστουργηματικά παιχνίδια, τα οποία αποτέλεσαν πολλές φορές πηγή έμπνευσης για το σύγχρονο Hollywood και διακαή πόθο εκμετάλλευσης του hype και της αναγνωρισιμότητάς τους. Όλες όμως σχεδόν οι μεγάλες παραγωγές του χώρου δείχνουν ακόμα να πάσχουν από την ίδια «ασθένεια», την δυσκολία δηλαδή να διαχωρίσουν τα στοιχεία εκείνα που δουλεύουν στη μεγάλη οθόνη, από εκείνα που δουλεύουν αποκλειστικά εφόσον δώσεις ένα χειριστήριο στον παίκτη/θεατή και τον κάνεις μέρος της αφήγησης. Αυτή είναι και η ειδοποιός διαφορά της Τέχνης των videogame που επιθυμούν να διηγηθούν μια ιστορία, από τις υπόλοιπες Τέχνες που επίσης λειτουργούν με σκοπούς αφήγησης ιστοριών: η πλοκή ενός story-driven videogame μπορεί να «ανοίξει» προς κατευθύνσεις, οι οποίες φαίνονται σε πρώτη -επιφανειακή- ανάγνωση λάθος, εξυπηρετούν όμως πλήρως το κομμάτι του gameplay και της διαδραστικότητας του παίκτη -την ουσία δηλαδή του gaming- και εν τέλει είναι απαραίτητα στοιχεία της επιτυχίας του.
Υπήρξαν κινηματογραφικές περιπτώσεις όπως τα πρόσφατα Sonic και Sonic 2 ή το υποτιμημένο Silent Hill, όπου η χρυσή τομή επετεύχθη και οι ταινίες αυτές «περπάτησαν» αξιοπρεπέστατα στη μεγάλη οθόνη. Όμως η πλειοψηφία των videogame movies δυστυχώς αγγίζει την απόλυτη μετριότητα, με ελάχιστα από αυτά, σαν τα Mortal Kombat ή το Super Mario Bros., να κερδίζουν ένα cult status με τη πάροδο αρκετών ετών.
Στο τηλεοπτικό όμως τοπίο, τα πράγματα δείχνουν τα τελευταία χρόνια να μην εξελίσσονται ακριβώς έτσι. Πολλά studio εκμεταλλεύονται την νέα αυτή χρυσή τηλεοπτική εποχή και τις αφηγηματικές ευκολίες της τηλεόρασης, καθώς και τη σύγχρονη τάση της gaming βιομηχανίας για παιχνίδια, τα οποία αγκαλιάζουν εντονότερα και a priori τις κινηματογραφικές τους καταβολές.
Έτσι, έχουν προκύψει τα τελευταία χρόνια μερικές εξαιρετικές σειρές βασισμένες σε videogames, ενώ διαρκώς δίνονται υποσχέσεις για ακόμα καλύτερα πράματα στο μέλλον. Ήδη το HBO, σε συνεργασία με τη Sony και τη Naughty Dog, προχώρησε στην τηλεοπτική μεταφορά του The Last of Us, πιθανότατα του σημαντικότερου ίσως franchise της σύγχρονης gaming βιομηχανίας, στο οποίο επένδυσε πολλά χρήματα -και από ότι δείχνουν οι πρώτες αντιδράσεις έπραξε σωστά, καθώς πιθανότατα και εκτός συγκλονιστικού απροόπτου θα καταλήξει στο τέλος μια σειρά-σταθμός για το genre.
Με αφορμή τη πρεμιέρα του The Last of Us λοιπόν, μαζέψαμε μια δεκάδα αγαπημένων τηλεοπτικών σειρών βασισμένες σε videogames, η οποία ποικίλει σε περιεχόμενο και ελπίζουμε να καλύψει όλα τα γούστα.
Ο Γητευτής [The Witcher] (2019 - σήμερα)
Το τηλεοπτικό «παιδί» της ομότιτλης σειράς βιβλίων του Andrzej Sapkowski, διατεινόταν ότι αυτά θα αποτελούσαν την κύρια πηγή έμπνευσης του, για να έρθει με το καλημέρα ο Henry Cavil και με ένα χαρακτηριστικό μουγκρητό να επιβεβαιώσει αυτό που πιστεύαμε όλοι μας από την αρχή, ότι δηλαδή η τηλεοπτική σειρά μεσαιωνικής φαντασίας του Netflix θα «καπηλευόταν» κατά κύριο λόγο τη φήμη της άκρως πετυχημένης action RPG τριλογίας παιχνιδιών της CD Project Red -η οποία βασίστηκε με τη σειρά της βέβαια στα βιβλία του Sapkowski. Ο… Γητευτής, αφηγείται τις περιπέτειες του Gerald -επαγγελματία κυνηγού τεράτων- της νεαρής πριγκίπισσας Ciri -της οποίας το πεπρωμένο συνδέεται με εκείνο του Gerald- και της μάγισσας Yennefer -της οποίας ο ρόλος επηρεάζει τη μοίρα των δύο προαναφερθέντων βασικών πρωταγωνιστών της σειράς. Παραδόξως το Witcher, χωρίς να είναι κάτι που θα μνημονεύεται εσαεί ή να διεκδικεί δάφνες ποιότητας εφάμιλλες με αντίστοιχες μεγάλες παραγωγές σκοτεινής μεσαιωνικής φαντασίας, μέσα στα αρκετά του προβλήματα καταλήγει να είναι μια σειρά γνήσια διασκεδαστική, φτιαγμένη με αν μη τι άλλο αγάπη από τους δημιουργούς της και ένα Henry Cavil που σήκωσε πετυχημένα στις τεράστιες πλάτες του ολόκληρο το project – προσωπικό του στοίχημα.
Arcane (2021)
Το Arcane, νέτα-σκέτα είναι το καλύτερο videogame adaptation σε μικρή και μεγάλη οθόνη μέχρι σήμερα. Όχι μόνο υπερτερεί όλων των υπολοίπων adaptations από όποια πλευρά και αν το εξετάσεις κανείς, αλλά μπορεί να κοιτάξει κατάματα κλασσικές σειρές ενήλικου animation -και πιθανότατα να τις προσπεράσει με χαρακτηριστική έπαρση και ευκολία! Η σειρά 9 επεισοδίων παραγωγής Netflix, βασίζεται στο πολύ πετυχημένο σύμπαν του League of Legends και δεν απαιτεί από τον θεατή να γνωρίζει τίποτα για τον κόσμο και το lore του παιχνιδιού. Αντιθέτως, λειτουργεί εντελώς αυτόνομα από εκείνο -με κλεισίματα του ματιού στους φανατικούς gamers όπου χρειάζεται, διακριτικά και ενταγμένα απόλυτα οργανικά στην κεντρική πλοκή- και με ένα storytelling που αποτελεί ήδη το απόλυτο blueprint για μελλοντικές απόπειρες παρομοίου ύφους, αφηγείται μια ιστορία φιλίας και προδοσίας με φόντο την steampunk ουτοπία του Piltover, καθώς και την ταξική διαμάχη που μαίνεται διαρκώς στους δρόμους του. Η συγκλονιστική χρωματική παλέτα μπλέκει με την σεμιναριακή δουλειά που έχει γίνει στο animation (μια μίξη παραδοσιακού 2D και 3D στα πρότυπα του Spider-Man: Into the Spider-Verse ), καταλήγοντας σε ένα αποτέλεσμα που αφήνει άφωνο το θεατή με την προσοχή και την επιμέλεια που έχει δώσει η ομάδα ανάπτυξης της σειράς -η ίδια η Riot Games με το γαλλικό Studio Fortiche- στο τεχνικό κομμάτι. Στο τέλος της ημέρας, το Arcane είναι μια εξαιρετική σειρά που οφείλει να ανακαλύψει οποιοσδήποτε φίλος της μικρής οθόνης και του σύγχρονου animation -gamer και μη!
Castlevania (2017-2021)
Το έτερο μεγαθήριο του χώρου δίπλα στο Arcane, βασίζεται στη διάσημη πλέον σειρά Castlevania της Konami (το «δεύτερο μισό» του Metroidvania είδους παιχνιδιών, με το πρώτο να ανήκει στη σειρά Metroid της Nintendo) και αποτελεί παραγωγή Netflix. Με αιχμή του δόρατος το όνομα ενός εκ των πιο κλασσικών franchises της βιομηχανίας -κρατάει από το 1986 μέχρι και σήμερα- αλλά και τον «πολύ» Warren -Transmetropolitan- Ellis ως head writer, η σειρά μας μεταφέρει στον μεσαιωνικό μπαρόκ κόσμο της Wallachia, όπου ο Trevor, τελευταίος απόγονος μιας φημισμένης οικογένειας κυνηγών τεράτων και η Sypha, μία μάγισσα που ελέγχει στοιχεία της φύσης και ανήκει σε μια νομαδική φυλή, κάνουν μία απρόθυμη συμμαχία για να προστατεύσουν τους κατοίκους της Wallachia από το μένος του Δράκουλα και των πλασμάτων της νύχτας που αυτός έχει εξαπολύσει εναντίον τους. Στο παιχνίδι όμως δεν αργεί να μπει και ο γιός του Δράκουλα Alucard, με τη σειρά να παίρνει εντυπωσιακές προεκτάσεις, τόσο αναφορικά με τη δράση, όσο και με την φιλοσοφία που κρύβεται πίσω από τους πολύπλοκους και πολυδιάστατους χαρακτήρες -οι οποίοι οδηγούν την πλοκή από ένα σημείο και μετά σε εντελώς απρόβλεπτα μονοπάτια. Ενήλικο, σκεπτόμενο anime με όμορφη αισθητική, εξαιρετικό voice acting, τέσσερεις σεζόν, η μια καλύτερη από την άλλη και ένα εξαιρετικό φινάλε, συνθέτουν ένα από τα καλύτερα videogame adaptations όλων των εποχών.
Earthworm Jim (1995 - 1996)
Εδώ είναι το σημείο που το nerd επίπεδο αγγίζει κορυφές που φωνάζουν από χιλιόμετρα «δύσκολα παιδικά χρόνια κοινωνικού αποκλεισμού από τις in παρέες του δημοτικού»: το Earthworm Jim ήταν ένα από τα πιο απαιτητικά και ιδιαίτερα platform games των 90s. Αυτό που το διαφοροποιούσε από τα υπόλοιπα αντίστοιχα παιχνίδια της εποχής, ήταν το εντελώς παρανοϊκό του χιούμορ, καθώς και το αδιανόητης αισθητικής καλλιτεχνικό του επίπεδο -μια ώρα παιχνιδιού εκείνη την εποχή για τον μέσο 12χρονο gamer, αντιστοιχούσε σχεδόν με μια πλήρη LSD εμπειρία του πιο σκληροπυρηνικού χίπη του Woodstock. Η τηλεοπτική σειρά των 2 σεζόν που προβλήθηκε τις χρονιές 1995-1996, ήταν ακριβώς αυτό που περίμενες από τις περιπέτειες ενός σκουληκιού που φορώντας μια εξωγήινη στολή, πολεμούσε τις δυνάμεις του κακού, μέσα σε κόσμους βγαλμένους από τα πιο νοσηρά όνειρα ενός φανταστικού Salvador Dalí που μεγάλωσε ψωνίζοντας φτηνή 90ς Americana: μια αξεπέραστη trippy cartoon εμπειρία, πιστή στην original εικαστική φλέβα του καρτουνίστα Douglas TenNapel, με διαρκή σπασίματα του 4ου τοίχου, άπειρες pop culture αναφορές και μια δημιουργική ελευθερία που λείπει από τη σημερινή εποχή.
Dragon’s Lair: The Series (1984 - 1985)
Αφού λοιπόν το Earthworm Jim αλλά και η εισαγωγή δεν έκρυψαν ιδιαίτερα την ηλικία αλλά και τις σκληροπυρηνικές nerd καταβολές του γράφοντος, ας φτάσουμε το πράγμα στα άκρα με το Dragon’s Lair: Το παιχνίδι δημιουργήθηκε το 1983 από τον Rick Dyer και τον Dan Bluth, τον δημιουργό δηλαδή των The Secret of NIMH (1982), An American Tail (1986), The Land Before Time (1988), All Dogs Go to Heaven (1989), Anastasia (1997) και Titan A.E. (2000). Σε μια εποχή που το μέσο παιχνίδι είχε τη μορφή pixels, το Dragon’s Lair χρησιμοποίησε LaserDisc και καινοτόμησε στο οπτικό κομμάτι, με animation εφάμιλλο μιας Disney ταινίας της περιόδου. Η τηλεοπτική σειρά που βασίστηκε το παιχνίδι, ακολούθησε πιστά το ύφος και τη χιουμοριστική του διάθεση -διανθισμένη με αμέτρητες pop culture αναφορές- και διηγήθηκε σε 13 επεισόδια τις περιπέτειες του Dirk the Daring, ιππότη του βασιλιά Ethelred και προστάτη του Βασιλείου του από τον δράκο Singe. Πριν κάθε διαφημιστικό διάλλειμα, η σειρά κατέληγε σε cliffhanger και ο εκφωνητής, σπάζοντας τον 4ο τοίχο, παρέθετε στον θεατή τις πιθανές επιλογές του πρωταγωνιστή και τον ρωτούσε ποια από αυτές θα επέλεγε ως λύση. Μετά τις διαφημίσεις παρουσιαζόντουσαν όλα τα αποτελέσματα των πιθανών επιλογών, για να προχωρήσει η ιστορία στη συνέχεια με την καταλληλότερη από αυτές -μια διαδικασία άμεσα συνυφασμένη με την adventure φύση του παιχνιδιού.
Alien Isolation: The Digital Series (2019)
Ένα κινηματογραφικό franchise που μετράει πλέον περισσότερες κακές από καλές ταινίες και ένα videogame franchise αντίστοιχα βασισμένο σε αυτό, το οποίο μέχρι το Alien: Isolation του 2014 μετρούσε μόνο αδιάφορα -στη καλύτερη- παιχνίδια. Το survival horror διαμάντι της Creative Assembly όμως, έβαλε κάτω το Alien του 1979 και σκαρφίστηκε ένα συναρπαστικό sequel το οποίο ήθελε τη μηχανικό Amanda Ripley, κόρη της Ellen Ripley, να ερευνά την εξαφάνιση της μητέρας καταλήγοντας μηχανικός στον διαστημικό σταθμό Sevastopol -ο οποίος όμως, πέρα από το «μαύρο κουτί» του Nostromo, κουβαλούσε μαζί του έναν ανεπιθύμητο επιβάτη. Την εξαιρετικά καλογραμμένη και ατμοσφαιρική κεντρική ιστορία -με ύφος πολύ κοντά στις 2 πρώτες ταινίες της σειράς- επιμελήθηκε το IGN, συνδέοντας τα cut-scenes του παιχνιδιού με καινούριες σκηνές και με αρκετά re-shootings βασικών in-game στιγμών, για λόγους ροής και πληρότητας στην αφήγηση. Το αποτέλεσμα ονομάστηκε Alien Isolation: The Digital Series και έγινε streaming αποκλειστικά στο κανάλι του IGN, αποτελούμενο από 7 επεισόδια διάρκειας 8 με 15 λεπτών το καθένα - συνοψίζοντας εξαιρετικά την ιστορία που σκαρφίστηκαν οι Dan Abnett, Dion Lay και Will Porter, μια πέρα για πέρα άξια νέα προσθήκη στη μυθολογία του πιο διάσημου τέρατος της μεγάλης οθόνης.
Cyberpunk: Edgerunners (2022)
Το Cyberpunk 2077 του 2020 από την CD Project Red (Witcher) ήταν ένα action RPG βασισμένο στο pen and paper RPG που δημιούργησε το 1988 ο Mike Pondsmith. Το παιχνίδι της CD Project Red, αν και αρχικά έπεσε θύμα ενός σκανδαλώδους άστοχου marketing και πρωτοφανούς κακού development από την ίδια την εταιρεία λίγο πριν τη κυκλοφορία του, σταδιακά ανέκαμψε, έλυσε τα όποια τεχνικά προβλήματα της αρχικής του έκδοσης και έφτασε σήμερα να θεωρείται ένα από τα πληρέστερα και πιο προσεγμένα RPGs της σύγχρονης gaming βιομηχανίας. Μεγάλο μερίδιο ευθύνης στην επιτυχία του έπαιξε το δυστοπικό του setting, το οποίο θύμιζε τις καλύτερες στιγμές ταινιών όπως τα Akira, Ghost I the Shell και Blade Runner, καθώς και οι φιλοσοφικές και κοινωνικοπολιτικές ανησυχίες που κουβαλούσε -άμεσες προεκτάσεις θεματικών με τις οποίες ασχολήθηκαν συγγραφείς όπως ο Philip K. Dick ή ο William Gibson. Το τηλεοπτικό του spinoff δεν άργησε να εμφανιστεί, καθώς το Ιαπωνικό studio Trigger, υπό την επίβλεψη της CD Project Red και τα χρήματα του Netflix, έδωσε το 2022 στο κοινό το Cyberpunk: Edgerunners -ένα prequel anime μίας σεζόν και 10 ημίωρων επεισοδίων. Η εξαιρετική αισθητική (με συμμετοχή στο project του Hiroyuki Imaishi του Neon Genesis Evangelion), η μουσική επένδυση από τον Akira Yamaoka (Silent Hill) αλλά και η πολυδιάστατη ενήλικη ιστορία που σκαρφίστηκαν οι Bartosz Sztybor, Jan Bartkowicz και Łukasz Ludkowski (όλοι βετεράνοι στη πετυχημένη σειρά παιχνιδιών Witcher) έδωσαν την κατάλληλη ώθηση στη σειρά στο να γίνει κάτι παραπάνω από ένα απλό spinoff ενός πετυχημένου videogame -καθιστώντας το σε μια από τις πιο πετυχημένες σειρές επιστημονικής φαντασίας των τελευταίων ετών. Δεν απαιτεί από τον θεατή καμία γνώση του σύμπαντος του παιχνιδιού, μονάχα την εγγενή αγάπη του για απαστράπτοντα νέον φώτα, φουτουριστικές πόλεις, πολυεθνικούς τεχνολογικούς κολοσσούς, synthwave και… κυβερνοαλητεία!
Adventures of Sonic the Hedgehog (1992 - 1993)
O πιο διάσημος μπλε σκαντζόχοιρος της σύγχρονης pop κουλτούρας δεν θέλει ούτε ιδιαίτερες συστάσεις, ούτε έχει ιδιαίτερες προτιμήσεις στο πως να περνάει το χρόνο του στον πλανήτη Mobius: τρέχει διαρκώς με υπερηχητική ταχύτητα μαζεύοντας δαχτυλίδια με τον φίλο του Tails και ενίοτε πολεμάει τον σατανικό Δόκτωρ Robotnik και τα τσιράκια του. Αν και όχι τόσο πετυχημένη όσο θα ήθελε η Sega, η τηλεοπτική σειρά της mascot της εταιρείας ήταν μια από τις πολύ ευχάριστες απολαύσεις των παιδιών της εποχής, ένα ανά διαστήματα πετυχημένο μίγμα Looney Toons και Ren & Stimpy Show (μια σειρά που σίγουρα θα φέρει ευχάριστες αναμνήσεις στους σημερινούς 40άρηδες) που έτρεχε με τα χίλια και έπιανε πλήρως την παλαβή φύση, τόσο του παιχνιδιού, όσο και των περισσοτέρων cartoon της εποχής. Εξήντα-πέντε επεισόδια, ένας πιλότος και ένα Χριστουγεννιάτικο special, συνοψίζουν πάνω κάτω μια από τις πιο πετυχημένες τηλεοπτικές σειρές που βασίστηκαν σε videogame, η οποία συνοδεύτηκε σχεδόν παράλληλα από το εξίσου πετυχημένο Sonic the Hedgehog του 1993 -το οποίο παρουσίαζε μια λιγότερο παιδική version του Sonic, βάζοντάς τον αρχηγό της Αντίστασης εναντίον του Δόκτωρ Robotnik, δικτάτορα πλέον του πλανήτη Mobius.
Pokémon (1997 - σήμερα)
Δεν υπάρχουν πολλά που μπορεί να πει κάποιος για τα Pokémon, ένα από τα πιο πετυχημένα franchises όλων των εποχών, το οποίο «σπάει» σε εκατοντάδες gaming τίτλους, δεκάδες ταινίες και δύο τηλεοπτικές σειρές, με την πρωτότυπη anime του 1997 να μετράει αυτή τη στιγμή 1.224 επεισόδια και να συνεχίζει ακάθεκτη -όσο η Pokémon-mania δεν λέει να κοπάσει με τίποτα. Το anime ακολουθεί τον Ash Ketchum και το πρώτο του Pokémon, Pikachu, στις περιπλανήσεις τους ανά τον κόσμο και την προσπάθεια τους να μαζέψουν όλα τα εναπομείναντα Pokémon -κατακτώντας τον τίτλο του Pokémon Master. Απλά, λιτά και απέριττα αυτό γίνεται επί σχεδόν 25 χρόνια, ενώ η σειρά αποτελεί ένα must συνοδευτικό των gamers που αγαπάνε το παιχνίδι -αλλά και ένα πρώτης τάξεως αντιπερισπασμό παιδιών μικρότερης ηλικίας, για να βρουν οι γονείς τους μερικές ώρες ησυχίας και ηρεμίας όσο αυτά θα παρακολουθούν αποχαυνωμένα παράξενα πλάσματα με ονόματα όπως Swablu, Jigglypuff, Sylveon, Eevee ή Pumpkaboo.
Dragon’s Dogma (2020)
Βασισμένο στο σκοτεινό RPG φαντασίας της Capcom, το Dragon’s Dogma του Netflix εξιστορεί την ιστορία του Ethan, ενός αναστημένου πολεμιστή, ο οποίος επιχειρεί να ανακτήσει πίσω την καρδιά του από τον δράκο που αφάνισε την οικογένειά του. Η σειρά «πιάνει» για τα καλά την ζοφερή ατμόσφαιρα του παιχνιδιού με αρκετή αιματηρή βία και σκηνές sex, δίνει τον ενθουσιασμό που χρειάζεται γύρω από τις μεγαλειώδεις μάχες του πρωταγωνιστή με τα δεκάδες τέρατα που συναντά στα επτά της επεισόδια και κυρίως αναπτύσσει επαρκώς τους χαρακτήρες, σε άμεση σχέση με τα επτά θανάσιμα αμαρτήματα που ορίζουν και το κάθε ένα από τα επεισόδια της σεζόν. Μπορεί να μην ακουμπάει το βάθος και τη πολυπλοκότητα σειρών όπως το Berserk, ούτε να γίνεται κάτι παραπάνω από αυτό που αρχικά υπόσχεται, όμως το Dragon’s Dogma πατάει γερά στα πόδια του, δεν εξαρτάται από το πρωτότυπο υλικό στο οποίο βασίζεται -έχοντας βέβαια μερικά κλεισίματα του ματιού στους βετεράνους φίλους του παιχνιδιού- και αποτελεί μιας πρώτης τάξεως ενήλικη σειρά σκοτεινής φαντασίας για κάθε φίλο του χώρου.