Αποκλεισμός των κατώτερων οικονομικών στρωμάτων από την τριτοβάθμια - ενίσχυση των ιδιωτικών κολλεγίων (!)
Παρουσιάστηκε χθες, 13 Ιανουαρίου 2021, το σχέδιο νόμου του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων και του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη, Μιχάλη Χρυσοχοΐδη σε κοινή διαδικτυακή συνέντευξη τύπου με τίτλο «Εισαγωγή στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση, Προστασία της Ακαδημαϊκής Ελευθερίας, Αναβάθμιση του Ακαδημαϊκού Περιβάλλοντος και άλλες διατάξεις». Το σχέδιο περιλαμβάνει για τα Α.Ε.Ι. πανεπιστημιακή αστυνόμευση με προσλήψεις 1.000 αστυνομικών, χρονικό όριο φοίτησης των φοιτητών και καθιέρωση ελάχιστης βάσης εισαγωγής στα πανεπιστημιακά τμήματα.
Αξίζει να τονιστεί ότι οι αντιδράσεις είναι ήδη σφοδρές από την πανεπιστημιακή κοινότητα καθώς και από την εκπαιδευτική κοινότητα της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης ενώ αντίθετη είναι και η φοιτητική κοινότητα απέναντι στο νομοσχέδιο. Η βάση εισαγωγής, η μείωση των ορίων φοίτησης καθώς και ο περιορισμός επιλογής τμημάτων είναι αλλαγές που αποτελούν τεράστιο πλήγμα για τα κατώτερα οικονομικά στρώματα καθώς το νομοσχέδιο συμβάλλει καθοριστικά στον αποκλεισμό για την εισαγωγή τους στα ανώτερα πανεπιστημιακά ιδρύματα της χώρας ενισχύοντας ταυτόχρονα την επικράτηση των ιδιωτικών κολλεγίων.
Το νομοσχέδιο περιλαμβάνει τρεις βασικές αλλαγές:
1. Πρώτη, η καθιέρωση ελάχιστης βάσης εισαγωγής στα πανεπιστημιακά τμήματα, όχι με απόλυτο αριθμό (πχ. 10), αλλά ορισμένη από το κάθε τμήμα. Συγκεκριμένα, η βάση εισαγωγής για κάθε τμήμα θα προκύπτει, σύμφωνα με το σχέδιο νόμου, από ένα ποσοστό (80%-120%) του μέσου όρου των μέσων επιδόσεων των υποψηφίων κάθε επιστημονικού πεδίου στα μαθήματα που εξετάστηκαν. Τα παραπάνω θα ισχύσουν από τις φετινές Πανελλαδικές Εξετάσεις, του 2021. Από του χρόνου (Πανελλαδικές Εξετάσεις 2022), το υπουργείο προγραμματίζει, επιπλέον, να δώσει στα τμήματα την δυνατότητα να επιλέγουν συντελεστές βαρύτητας για τα εξεταζόμενα μαθήματα.
2. Η δεύτερη αλλαγή αφορά στον περιορισμό του αριθμού των επιλογών του μηχανογραφικού και συμπλήρωσή του σε δύο φάσεις. Η αλλαγή αυτή, που επίσης προγραμματίζεται -εν τέλει- για τις επόμενες Πανελλαδικές (2022) εισάγει 2 φάσεις συμπλήρωσης μηχανογραφικού. Στην Α φάση, οι υποψήφιοι θα μπορούν να συμπληρώσουν συγκεκριμένο αριθμό τμημάτων στο μηχανογραφικό. Ο αριθμός θα προκύπτει από το 10% του συνόλου των τμημάτων για τα ΓΕΛ και το 20% για τα ΕΠΑΛ. Στη Β φάση, θα συμμετέχουν όσοι δεν έχουν εισαχθεί στην πρώτη φάση, χωρίς περιορισμό επιλογών και για τις θέσεις των ΑΕΙ που θα έχουν απομείνει. Παράλληλα, θα υπάρξει μηχανογραφικό για την εισαγωγή στα δημόσια ΙΕΚ, με βάση το απολυτήριο, κάτι που θα ισχύσει από φέτος.
3. Τρίτον, εισάγεται χρονικό όριο φοίτησης. Για τα 4ετή προγράμματα σπουδών, το όριο θα είναι ν+2. Για τα προγράμματα σπουδών διάρκειας μεγαλύτερης των 4 ετών, θα είναι ν+3. Οι αλλαγές θα ισχύσουν για τους νεοεισερχόμενους φοιτητές, ενώ θα υπάρξει πρόβλεψη και για εξαιρέσεις (λόγοι εργασίας, σοβαρών θεμάτων υγείας, κτλ).
Πειθαρχικό παράπτωμα οι καταλήψεις και η αφισοκόλληση
Άρθρο 17 Πειθαρχικά παραπτώματα
1. Το πειθαρχικό παράπτωμα συντελείται με υπαίτια πράξη του φοιτητή που μπορεί να του καταλογιστεί. Το παράπτωμα μπορεί να τελεστεί και με παροχή συνδρομής σε τρίτο πρόσωπο ή διευκόλυνσή του για την τέλεση πειθαρχικού παραπτώματος.
2. Πειθαρχικά παραπτώματα για τους φοιτητές συνιστούν: α) Η παραβίαση του αδιάβλητου των εξετάσεων. β) η λογοκλοπή και η συνειδητή αποσιώπηση της άμεσης ή έμμεσης συνεισφοράς άλλων προσώπων στο εκάστοτε αντικείμενο επιστημονικής ενασχόλησης, έρευνας ή διδασκαλίας, γ) η εκ προθέσεως καταστροφή περιουσίας του ιδρύματος, κινητής ή ακίνητης, που χρησιμοποιείται από το ίδρυμα ή ένα ή περισσότερα μέλη της πανεπιστημιακής κοινότητας, δ) η εκούσια παρεμπόδιση της εύρυθμης λειτουργίας του ιδρύματος, συμπεριλαμβανομένης τόσο της εκπαιδευτικής, ερευνητικής ή διοικητικής λειτουργίας του όσο και της λειτουργίας των μονομελών και συλλογικών οργάνων και των υπηρεσιών του, καθώς και της απρόσκοπτης χρήσης των εγκαταστάσεων και του εξοπλισμού του, ε) η χρήση των στεγασμένων ή ανοικτών χώρων, των εγκαταστάσεων, των υποδομών και του εξοπλισμού του ιδρύματος χωρίς την άδεια των αρμόδιων οργάνων του, στ) η χρήση των στεγασμένων ή ανοικτών χώρων, των εγκαταστάσεων, των υποδομών και του εξοπλισμού του ιδρύματος για την εξυπηρέτηση σκοπών που δεν συνάδουν με την αποστολή του, καθώς και η διευκόλυνση τρίτων για την τέλεση της πράξης αυτής, ζ) η με οποιονδήποτε τρόπο ρύπανση των στεγασμένων ή ανοικτών χώρων του ιδρύματος, συμπεριλαμβανόμενης και της ηχορύπανσης, η) η χρήση απαγορευμένων ουσιών, που εμπίπτουν στον ν. 4139/2013 (Α΄74), εντός του ιδρύματος και η οποιαδήποτε συμβολή στη διακίνηση αυτών, θ) η τέλεση οποιουδήποτε πλημμελήματος ή κακουργήματος εντός του ιδρύματος εφόσον συνδέεται με τη φοιτητική ιδιότητα.
Άρθρο 18
Πειθαρχικές ποινές
1. Οι πειθαρχικές ποινές που επιβάλλονται σε φοιτητή, αν διαπράξει πειθαρχικό παράπτωμα είναι οι εξής: α) έγγραφη επίπληξη, β) απαγόρευση συμμετοχής σε εξετάσεις ενός ή περισσοτέρων μαθημάτων, για μία ή περισσότερες εξεταστικές περιόδους, γ) προσωρινή ή μόνιμη απαγόρευση χρήσης εξοπλισμού ή εγκαταστάσεων του ιδρύματος, δ) προσωρινή αναστολή της φοιτητικής ιδιότητας από έναν (1) ως είκοσι τέσσερις (24) μήνες και, ε) οριστική διαγραφή.
2. Η προσωρινή αναστολή της φοιτητικής ιδιότητας επιφέρει την αντίστοιχου χρόνου αποστέρηση των δικαιωμάτων, που η ιδιότητα αυτή συνεπάγεται, όπως της συμμετοχής στις εξετάσεις, της λήψης διδακτικών συγγραμμάτων και της λήψης υποστηρικτικού χαρακτήρα χρηματικών ή άλλων παροχών από το ίδρυμα. Επίσης επιφέρει την αναστολή της ισχύος του δελτίου ειδικού εισιτηρίου. Ποινή αναστολής της φοιτητικής ιδιότητας άνω των έξι (6) μηνών συνεπάγεται και τη στέρηση του δικαιώματος χρήσης των χώρων και υποδομών του ιδρύματος, καθώς και του δικαιώματος διαμονής στις φοιτητικές εστίες του Α.Ε.Ι. κατά το αντίστοιχο χρονικό διάστημα.
3. Κατά την επιλογή και επιμέτρηση της ποινής συνεκτιμώνται ιδίως: α) η βαρύτητα της πράξης, β) ο βαθμός της υπαιτιότητας, γ) οι συνθήκες τέλεσης, δ) η δράση βάσει οργανωμένου σχεδίου, ε) αν ο πειθαρχικά διωκόμενος διαδραμάτισε τον ιθύνοντα ή έναν υποδεέστερο ρόλο σε πράξη που τελέστηκε από πολλούς.
4. Στην απόφαση αναφέρονται ρητά οι λόγοι, με αναφορά σε συγκεκριμένα περιστατικά, που δικαιολογούν την κρίση του οργάνου για την επιμέτρηση της ποινής που επέβαλε.
5. Η πειθαρχική ευθύνη λήγει με την απώλεια της φοιτητικής ιδιότητας. Η πειθαρχική διαδικασία παύει, εφόσον ο πειθαρχικά διωκόμενος απωλέσει καθ’ οιονδήποτε τρόπο τη φοιτητική ιδιότητα.
Άρθρο 19
Πειθαρχικά όργανα
1. Η πειθαρχική δίωξη εις βάρος φοιτητή ασκείται από τον πρόεδρο του οικείου τμήματος ή από τον κοσμήτορα της σχολής σε περιπτώσεις μονοτμηματικών σχολών. Δύναται να ασκηθεί και από τον πρύτανη ή τον αρμόδιο ανά περίπτωση αντιπρύτανη, αν λάβουν γνώση ή έχουν σοβαρές ενδείξεις για την τέλεση πειθαρχικού παραπτώματος και δεν έχει ασκηθεί πειθαρχική δίωξη από τον πρόεδρο του τμήματος ή τον κοσμήτορα της σχολής. Το ανά περίπτωση αρμόδιο όργανο για την άσκηση της πειθαρχικής δίωξης του πρώτου εδαφίου είναι αρμόδιο και για την επιβολή των πειθαρχικών ποινών της έγγραφης επίπληξης, του αποκλεισμού από τη συμμετοχή στις εξετάσεις ενός (1) ή περισσότερων μαθημάτων σε δύο (2) το πολύ εξεταστικές περιόδους, της προσωρινής απαγόρευσης της χρήσης εξοπλισμού ή εγκαταστάσεων του ιδρύματος για έξι (6) το πολύ μήνες και της αποστέρησης της φοιτητικής ιδιότητας για τρεις (3) το πολύ μήνες. Εφόσον η βαρύτητα του παραπτώματος δικαιολογεί την επιβολή βαρύτερης ποινής, το όργανο του πρώτου εδαφίου παραπέμπει την υπόθεση στο Πειθαρχικό Συμβούλιο Φοιτητών, το οποίο έχει την αρμοδιότητα για την επιβολή και κάθε άλλης πειθαρχικής ποινής.
2. Το Πειθαρχικό Συμβούλιο Φοιτητών αποτελείται από: α) τον αρμόδιο για τα ακαδημαϊκά θέματα αντιπρύτανη, ως πρόεδρο, β) τον κοσμήτορα της κατά περίπτωση σχολής, γ) τον πρόεδρο του κατά περίπτωση τμήματος ή το αρχαιότερο μέλος της κοσμητείας της κατά περίπτωση σχολής σε μονοτμηματικές σχολές, δ) έναν εκπρόσωπο των φοιτητών.
3. Το Πειθαρχικό Συμβούλιο Φοιτητών συγκροτείται με απόφαση του πρύτανη για θητεία δύο (2) ετών, με εξαίρεση τον εκπρόσωπο των φοιτητών ο οποίος ορίζεται για θητεία ενός έτους. Χρέη γραμματέα εκτελεί διοικητικός υπάλληλος του ιδρύματος, ο οποίος ορίζεται με την πράξη συγκρότησης. Ο εκπρόσωπος των φοιτητών αναδεικνύεται με μυστική ψηφοφορία με ηλεκτρονικά μέσα από το σύνολο των φοιτητών του ιδρύματος. Αν δεν αναδειχθεί ή απουσιάζει ο εκπρόσωπος των φοιτητών, το πειθαρχικό συμβούλιο συγκροτείται, λειτουργεί, συνεδριάζει και λαμβάνει νομίμως αποφάσεις χωρίς τη συμμετοχή του.
4. Η δίωξη και τιμωρία των πειθαρχικών παραπτωμάτων αποτελεί καθήκον των πειθαρχικών οργάνων.
Άρθρο 20
Πειθαρχική διαδικασία
1. Η πειθαρχική δίωξη φοιτητή αρχίζει με την έγγραφη κλήση σε προηγούμενη ακρόαση (απολογία) του πειθαρχικώς διωκόμενου ενώπιον του αρμόδιου ανά περίπτωση πειθαρχικού οργάνου.
2. Η πειθαρχική δίωξη δεν αναστέλλεται λόγω εκκρεμούς ποινικής διαδικασίας, εκτός αν το πειθαρχικό συμβούλιο αποφασίσει διαφορετικά. Για όσο χρονικό διάστημα αναστέλλεται η πειθαρχική δίωξη σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο, αναστέλλεται και η παραγραφή του παραπτώματος. Δεύτερη πειθαρχική δίωξη για το ίδιο παράπτωμα είναι απαράδεκτη λόγω δεδικασμένου ή εκκρεμοδικίας. Πειθαρχική ποινή δεν επιβάλλεται, εάν ο φοιτητής δεν κληθεί σε προηγούμενη ακρόαση (απολογία). Η κλήση σε απολογία γίνεται εγγράφως. Το σχετικό έγγραφο περιγράφει με σαφή και ορισμένο τρόπο τα πραγματικά περιστατικά που συγκροτούν το πειθαρχικό παράπτωμα και παραθέτει τις διατάξεις που το τυποποιούν καθώς και τις προβλεπόμενες για αυτό ποινές. Στον φοιτητή παρέχεται εύλογος χρόνος για την προετοιμασία της υπεράσπισής του. Ο φοιτητής έχει δικαίωμα να παρίσταται με συνήγορο και να προτείνει μάρτυρες υπεράσπισης. Αν ο φοιτητής δεν κατανοεί την ελληνική γλώσσα, λαμβάνεται μέριμνα για τη μετάφραση των σημαντικότερων εγγράφων της διαδικασίας σε γλώσσα που κατανοεί και για την παροχή σε αυτόν διερμηνέα.
3. Με την εμφάνιση του διωκόμενου ενώπιον του αρμόδιου οργάνου, του ανακοινώνονται προφορικώς και γραπτώς η πειθαρχική κατηγορία που του αποδίδεται, καθώς και το σχετικό αποδεικτικό υλικό. Στον ελεγχόμενο επιτρέπονται η επισκόπηση του αποδεικτικού υλικού και η χορήγηση αντιγράφων. Του χορηγείται προθεσμία για απολογία, η οποία μπορεί να παραταθεί.
4. Το πειθαρχικό όργανο δεσμεύεται από την κρίση που περιέχεται σε αμετάκλητη απόφαση ποινικού δικαστηρίου ή σε αμετάκλητο απαλλακτικό βούλευμα, μόνο ως προς την ύπαρξη ή την ανυπαρξία πραγματικών περιστατικών που στοιχειοθετούν την αντικειμενική υπόσταση πειθαρχικού παραπτώματος. Σε κάθε άλλη περίπτωση η απόφαση του ποινικού δικαστηρίου συνεκτιμάται στην πειθαρχική δίκη.
5. Το Πειθαρχικό Συμβούλιο Φοιτητών λαμβάνει αποφάσεις κατά πλειοψηφία. Στην περίπτωση πειθαρχικής απόφασης περί ενοχής του διωκομένου που έχει ληφθεί κατά πλειοψηφία, όλα τα μέλη του ψηφίζουν για την ποινή που επιβάλλεται. Λευκή ψήφος ή αποχή από την ψηφοφορία δεν επιτρέπεται. Η ισοψηφία λειτουργεί υπέρ του διωκομένου.
Άρθρο 21
Πειθαρχική ανάκριση και ανακριτικές πράξεις
1. Το Πειθαρχικό Συμβούλιο Φοιτητών διεξάγει υποχρεωτικά πειθαρχική ανάκριση. Κατ` εξαίρεση δεν είναι υποχρεωτική η ανάκριση στις ακόλουθες περιπτώσεις: α) όταν τα πραγματικά περιστατικά που συνιστούν την αντικειμενική υπόσταση του πειθαρχικού παραπτώματος προκύπτουν από τον φάκελο κατά τρόπο αναμφισβήτητο, β) όταν ο φοιτητής ομολογεί με την απολογία του κατά τρόπο μη επιδεχόμενο αμφισβήτησης ότι διέπραξε το πειθαρχικό παράπτωμα, γ) όταν έχει προηγηθεί ανάκριση ή προανάκριση σύμφωνα με τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας για ποινικό αδίκημα που αποτελεί και πειθαρχικό παράπτωμα.
2. Η πειθαρχική ανάκριση διεξάγεται από μέλος Δ.Ε.Π. που επιλέγεται από τον κοσμήτορα της οικείας σχολής ή τον πρόεδρο του τμήματος. Περατώνεται εντός μηνός από την ημερομηνία κοινοποίησης της σχετικής απόφασης του πειθαρχικού συμβουλίου στο πρόσωπο που τη διενεργεί, ο οποίος μπορεί να ζητήσει, με πλήρως αιτιολογημένη αίτηση του, παράταση της προθεσμίας αυτής. Η παράταση αυτή δεν υπερβαίνει τον ένα μήνα. Η πειθαρχική ανάκριση μπορεί να επεκταθεί στην έρευνα και άλλων παραπτωμάτων του ίδιου φοιτητή εφόσον προκύπτουν επαρκή στοιχεία. Καθήκοντα γραμματέα εκτελεί υπάλληλος ο οποίος ορίζεται από τον ενεργούντα την ανάκριση.
3. Ανακριτικές πράξεις είναι: α) η αυτοψία, β) η εξέταση μαρτύρων, γ) η πραγματογνωμοσύνη, δ) η εξέταση του διωκομένου.
4. Για την ανακριτική πράξη συντάσσεται έκθεση που υπογράφεται από όσους συνέπραξαν. Αν κάποιος από τους μάρτυρες είναι αναλφάβητος ή αρνείται να υπογράψει ή βρίσκεται σε φυσική αδυναμία να υπογράψει, γίνεται σχετική μνεία στην έκθεση.
Άρθρο 22
Παραγραφή πειθαρχικών αδικημάτων και ποινών
1. Τα πειθαρχικά παραπτώματα παραγράφονται μετά την παρέλευση πέντε (5) ετών από τον χρόνο τέλεσής τους, εκτός αν αποτελούν και ποινικά αδικήματα, οπότε δεν παραγράφονται πριν τη συμπλήρωση του χρόνου της παραγραφής που ισχύει για τα τελευταία, καθώς και όσο υπάρχει εκκρεμής διαδικασία ενώπιον των ποινικών δικαστηρίων. Για τον χρόνο έναρξης και διακοπής της παραγραφής των πειθαρχικών παραπτωμάτων ισχύουν αναλογικά όσα προβλέπονται στον Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. (ν. 3528/2007, Α΄26).
2. Οι πειθαρχικές ποινές που επιβάλλονται με βάση τον παρόντα δεν εκτελούνται μετά την παρέλευση τριών ετών από τον χρόνο της αμετάκλητης επιβολής τους.
ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΤΟΥ ΠΟΙΝΙΚΟΥ ΚΩΔΙΚΑ ΚΑΙ ΛΟΙΠΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΤΟΥ ΠΟΙΝΙΚΟΥ ΚΩΔΙΚΑ
Άρθρο 23
Ποινικές διατάξεις - Τροποποίηση άρθρου 168 του Ποινικού Κώδικα
Οι παρ. 1 και 2 του άρθρου 168 του Ποινικού Κώδικα (ν. 4619/2019, Α’ 95) αντικαθίστανται ως εξής: « 1. Όποιος εισέρχεται παράνομα σε χώρο δημόσιας υπηρεσίας ή υπηρεσίας τοπικής αυτοδιοίκησης ή νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου ή επιχείρησης κοινής ωφέλειας ή παραμένει στους χώρους αυτούς παρά τη ρητή εναντίωση της υπηρεσίας που τους χρησιμοποιεί, τιμωρείται με φυλάκιση έως τρία (3) έτη ή χρηματική ποινή.
2. Όποιος, με οποιονδήποτε τρόπο, προκαλεί διακοπή ή σοβαρή διατάραξη της ομαλής λειτουργίας δημόσιας υπηρεσίας ή υπηρεσίας τοπικής αυτοδιοίκησης ή νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου ή επιχείρησης κοινής ωφέλειας τιμωρείται με φυλάκιση και χρηματική ποινή. Με την ίδια ποινή τιμωρείται και όποιος, χωρίς να διαταράξει την κοινή ειρήνη, εμποδίζει αυθαίρετα ή διαταράσσει σοβαρά τη λειτουργία συλλογικού ή μονοπρόσωπου οργάνου των φορέων του προηγούμενου εδαφίου.».