Γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους (ΝΣΚ) η οποία εκδόθηκε μετά από ερώτημα του Πανεπιστημίου Πατρών
Η προβλεπόμενη από το νόμο περικοπή αποδοχών δεύτερης θέσης, πανεπιστημιακών που εργάζονται σε δύο ιδρύματα, δεν εφαρμόζεται σε περίπτωση εργαζόμενου, ο οποίος εμπίπτει στην κατηγορία του επιστημονικού προσωπικού του π.δ. 407/1980 και ο οποίος, κατ’ επίκληση του προαναφερθέντος π.δ., έχει συνάψει, με δύο διαφορετικά Α.Ε.Ι., διακριτές συμβάσεις εργασίας μερικής απασχόλησης και ορισμένου χρόνου.
Αυτό αναφέρει γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους (ΝΣΚ) η οποία εκδόθηκε μετά από ερώτημα του Πανεπιστημίου Πατρών (Γενική Διεύθυνση Οικονομικών Υπηρεσιών και Φοιτητικής Μεριμνάς, Δ/νση Οικονομικών Υπηρεσιών -Τμήμα Μισθοδοσίας), προς την ερωτώσα υπηρεσία.
Μεταξύ άλλων προβληματισμών, η οικονομική υπηρεσία του Πανεπιστημίου Πατρών ήθελε την άποψη του ΓΛΚ ως προς τον τρόπο υπολογισμού των αποδοχών του επιστημονικού προσωπικού που υπάγεται στο πεδίο εφαρμογής του π.δ. 407/80 και το οποίο μπορεί να κατέχει δύο θέσεις μερικής απασχόλησης σε διαφορετικά πανεπιστημιακά ιδρύματα.
Ο σχετικός προβληματισμός του Πανεπιστημίου προέκυψε μετά από σχετικά ερωτήματα υποψηφίων διδασκόντων, οι οποίοι ήθελαν να γνωρίζουν εάν η κατοχή δεύτερης θέσης μερικής απασχόλησης με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου στο Πανεπιστήμιο θεωρείται ως κατοχή δεύτερης θέσης στο Δημόσιο, που επιβάλλει την κατά 70% περικοπή των αντίστοιχων αποδοχών της.
Το ΝΣΚ (κατά πλειοψηφία) αποφάνθηκε ότι από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 103 και 104 του Συντάγματος προκύπτει ότι η συνταγματική απαγόρευση της κατοχής δεύτερης θέσης αφορά στο διορισμό σε θέση μονίμου υπαλλήλου ή τη πρόσληψη, με σχέση εξηρτημένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου, στις δημόσιες υπηρεσίες, τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, τις δημόσιες επιχειρήσεις και τους οργανισμούς κοινής ωφέλειας. Επομένως, και η παρεχόμενη εξουσιοδότηση στο κοινό νομοθέτη να καθορίσει εξαιρέσεις από την απαγόρευση, δηλαδή περιπτώσεις επιτρεπτού κατάληψης δεύτερης θέσης, καθώς και το καθοριζόμενο ανώτατο όριο προσθέτων απολαβών αφορούν, κατ’ αρχήν, σε θέσεις υπό την προεκτεθείσα έννοια, χωρίς, βέβαια, να κωλύεται ο κοινός νομοθέτης είτε να διευρύνει την απαγόρευση σε οιαδήποτε δεύτερη απασχόληση είτε να καθορίσει κατώτερο όριο πρόσθετων απολαβών.