Κυριολεκτικά μέχρι τον δρόμο έφτανε ο κόσμος την Παρασκευή στο Stage Volume 1, για μια βραδιά που θα μείνει δικαιωματικά στην εγχώρια συναυλιακή ιστορία...
Σκεφτόμουν πολλά πιθανά κείμενα την Παρασκευή το βράδυ, ενώ κρατούσα βιαστικές/ανορθόγραφες/ανερμάτιστες σημειώσεις στο κινητό μου. Ήταν οι μόνες δυνατές σε ένα μαγαζί τόσο φίσκα, του οποίου είχαν γεμίσει ακόμα και οι δύο επάνω όροφοι: οι ελπίδες μου να βρεθώ τουλάχιστον στο μέσον αποδείχθηκαν φρούδες και βολεύτηκα τελικά κάπου εκεί στην εσωτερική είσοδο, αισθανόμενος μάλιστα και αρκετά τυχερός καθώς είδα τον κόσμο να φτάνει –κυριολεκτικά– μέχρι τον δρόμο.
Νεαρόκοσμος φουλ, εντωμεταξύ· οι 20άρηδες κέρδισαν τη μάχη των ηλικιών, αν και δεν ήταν διόλου λίγοι όσοι 30άρηδες έδωσαν το παρών. Αλλά και το Stage Volume 1 κέρδισε κάτι: το στοίχημα μιας τέτοιας διοργάνωσης, καθώς πρόσφερε καλό ήχο, σωστά φώτα και τον πρέποντα εξαερισμό. Μπορεί να γίνει καλύτερο σαν περιβάλλον (έχει πολλά περιθώρια), έχει όμως σημασία ότι υπάρχει πια ένα τέτοιο μαγαζί στο κέντρο, σε απόσταση βολής από το μετρό Μοναστηράκι.
Στην πορεία, εγκατέλειψα όλα τα κείμενα που περνούσαν από το μυαλό μου. Τι να πρωτοσημειώσεις; Σε τι να πρωτοσταθείς; Όπου κι αν έλεγες να εστιάσεις, θα έπρεπε να μπεις μετά σε τόσες λεπτομέρειες, ώστε το αποτέλεσμα θα έχανε τελικά κάθε αίσθηση ισορροπίας και ροής. Το ποιος βγήκε πότε, τι είπε/τι δεν είπε από κομμάτια, αν ρητόρευσε ή όχι, είναι μια φόρμουλα που μπορεί να λειτουργήσει σε πολλές ανταποκρίσεις συναυλιών, δεν είναι όμως κουστουμάκι, να το φοράς σε κάθε περίσταση.
Προσπαθώντας λοιπόν να αποτιμήσω την UMICAH συναυλία υπό μια τέτοια οπτική, έβρισκα κάθε γραπτό παντού να περισσεύει και παντού να σκορπά. Όχι γιατί η βραδιά δεν διέθετε δομή και σχεδιασμό, ίσα-ίσα· αλλά γιατί έπαιξε μια διάδραση ιστορικότητας, βιωματικής συγκίνησης, ατομικών performances και ατόφιας καύλας, η οποία υπερέβη τέτοια αναγκαία για κάθε μεγάλη συναυλία χαρακτηριστικά. Και είχε την τύχη να υπάρχει απέναντί της ένα κοινό έτοιμο να τα εισπράξει όλα αυτά, μεταποιώντας τα σε «καύσιμο» για τις δικές του αντιδράσεις: τις «low bap! low bap!» ιαχές, τα χέρια ψηλά να χειροκροτούν με ζέση, το γεγονός ότι τραγουδήθηκαν με ενθουσιασμό οι στίχοι τόσων και τόσων τραγουδιών.
Αν με ρωτήσετε τι μου άρεσε πιο πολύ, θα σας απαντήσω η πειθώ με την οποία λειτούργησαν ως δίδυμο ο B. D. Foxmoor και ο Νικήτας Κλιντ. Γιατί έτσι πήραν πάνω τους ένα πολύ σημαντικό κομμάτι της UMICAH βραδιάς και κατέστησαν τη δική τους συμφιλίωση ως τον ισχυρότερο πόλο ενότητας ανάμεσα στους προσκεκλημένους –γιατί, μην ξεχνάμε, η δική τους ιστορία δεν είναι η μόνη ιστορία τσακωμών και διχασμού σε αυτό το κομμάτι του εγχώριου χιπ χοπ. Η στιγμή λοιπόν κατά την οποία ο Κλιντ έλεγε την "Άμεση Δράση" υπήρξε για μένα το σημείο κορύφωσης όλου του λάιβ. Γιατί όταν έκανε παύση στο «δεν είμαι Χρυσαυγίτης», μένοντας μετέωρος να μουρμουρίζει «δεν είμαι... δεν είμαι...», μπήκε ξαφνικά ο Foxmoor σφήνα συμπληρώνοντας «δεν είσαι... ο Έλληνας που έχουμε συνηθίσει!». Συνάντηση ουσίας και ταυτόχρονα τρελό respect των δυο τους προς τους Terror X Crew.
Αλλά και μόνοι τους, τα πήγαν μια χαρά. Ο Foxmoor υπήρξε καλός οικοδεσπότης, επιδεικνύοντας ζηλευτή αίσθηση του μέτρου: προτίμησε γενικά τα μετόπισθεν και πραγματοποίησε λίγες και στοχευμένες εξόδους προς τα μπροστά, όπως για παράδειγμα όταν βγήκε να τραγουδήσει παρέα με τον Βέβηλο –με τον οποίον επίσης είχαν ειπωθεί βαριές κουβέντες– τους "Μύθους Του Βάλτου", σε ένα αδιαφιλονίκητο highlight της βραδιάς. Ο Κλιντ πάλι είχε ζωηρή παρουσία στη σκηνή και βρέθηκε σε εξαιρετική μέρα, πιάνοντας την απόδοση των καλύτερων συναυλιών με τις Ρόδες στις οποίες έχει τύχει να τον δω.
Από εκεί και πέρα, εκείνοι που αληθινά έλαμψαν την Παρασκευή ήταν οι Βαβυλώνα, οι οποίοι κατέβηκαν σε εκδοχή με Παράφρονα, Θηρίο,Βέβηλο, Πρίγκιπα και Κύρο, με το Φάντασμα να καταφτάνει στο δεύτερο μισό της συναυλίας. Σεισμός έγινε στο Stage Volume 1 με το που ακούστηκε η "Policemania", ενώ η τριάδα Παράφρων/Θηρίο/Βέβηλος τα έδωσε όλα μπροστά, κάνοντας κομμάτια σαν τη "Ραψωδία Επί Σκηνής" και την "Τερατογένεση" να ηχήσουν εκρηκτικά. Σημειώθηκε μάλιστα και μια μεγάλη έκπληξη, καθώς προς το τέλος της βραδιάς ήρθε και ο Μέθυσος, ωθώντας τον Foxmoor να τους ξαναφωνάξει επί σκηνής, προκειμένου να πουν τη "Ραψωδία" ακόμα μία φορά, με εκείνον στο line-up. Η παρουσία του ήταν και το μόνο σημείο όπου σημειώθηκαν αντιδράσεις, με έναν νεαρό με κόκκινο t-shirt να του φωνάζει από τον πρώτο όροφο ότι είναι ανεπιθύμητος και σκατόφλωρος, μια παρέα από την πλατεία να του ανταπαντά να κατέβει εκεί να τα πει αυτά και τον Νικήτα Κλιντ να τονίζει ήρεμα μα αυστηρά πως κανείς δεν επιθυμεί συμπεριφορικές αυτού του είδους σε μια τέτοια συναυλία.
Πέραν των Βαβυλώνα, εκείνοι που στάθηκαν εξαιρετικά την Παρασκευή ήταν οι Brigada, έστω και αν παρουσιάστηκαν σε εκδοχή ντουέτου, καθώς δεν ήρθε μαζί τους ο Τοτέμ. Ατόφιος και Stab υπήρξαν καταιγιστικοί στην "Ανταρσία", αλλά τα ρέστα τους τα έδωσαν όταν βγήκαν παρέα με τον Real D για μια απίστευτη εκτέλεση στο "Για Τ' Αδέρφια Που Χαθήκανε Νωρίς", στο τέλος της οποίας το κοινό βροντοφώναξε το σύνθημα «Ο Παύλος ζει, γαμήστε τους Ναζί». Και να το πω κι αυτό, γιατί κάποια εφημερίδα έγραψε ότι τον ξέχασαν τον Φύσσα και δεν πήγε κόσμος σε μια εκδήλωση μνήμης που έγινε τώρα τελευταία: το αν τον τιμά η κοινότητα στην οποία άνηκε, δεν φαίνεται από το αν συμμετέχει ή όχι σε εκδηλώσεις οργανωμένες από πολιτικούς φορείς. Όσοι λοιπόν ενδεχομένως ψάχνουν να αγρεύσουν (αριστερές) ψήφους ενόψει Ευρωεκλογών, ας έρχονταν μια βόλτα την Παρασκευή να διαπιστώσουν όχι μόνο πως κανείς δεν τον ξέχασε, μα και πως τιμήθηκε ουσιωδώς η μνήμη του, δίχως κορώνες και δακρύβρεχτες διηγήσεις. Χαρακτηριστικά, ο Foxmoor αρκέστηκε να πει ότι «κάποιος σήμερα θα ήταν πολύ χαρούμενος αν μας έβλεπε εδώ».
Τη Sadahzinia τώρα ποτέ δεν τη γούσταρα προσωπικά ως ράπερ, όπως δεν γούσταρα και τον αδερφό της, τον Οδυσσέα από τους Razastarr. Ίσως γιατί έχω μια συγκεκριμένη αντίληψη περί του τι σημαίνει «flow» και η μεν πρώτη μου έδινε πάντα την εντύπωση ότι πατάει σε ένα πιο τραγουδιστικό στυλ, ο δε δεύτερος ότι απλά αφηγείται με έναν τρόπο ομολογουμένως δικό του, που του έχει κερδίσει άλλωστε και κάμποσους φίλους: δεν είναι τυχαίο πως καταχειροκροτήθηκε την Παρασκευή. Πάντως, οφείλω να πω ότι, αν και δεν άλλαξα τη γενικότερη άποψή μου για το flow τους, με κέρδισαν αμφότεροι. Θα ήμουν άδικος δηλαδή αν έγραφα ότι η Sadahzinia δεν ράπαρε πραγματικά ψυχωμένα σε ουκ ολίγες περιστάσεις ή ότι ο Οδυσσέας δεν συγκίνησε με τους στίχους του, ιδιαίτερα όταν –προς έκπληξη ακόμα και της ίδιας της αδερφής του– μας είπε ένα τραγούδι γραμμένο για τον πατέρα τους, που θα έπαιζε (όπως είπε) για πρώτη και τελευταία φορά ζωντανά. Ανακοίνωσε μάλιστα και νέο Razastarr δίσκο, πολύ σύντομα.
Κι εκεί λίγο πριν τις 3 παρά 10 το πρωί, όταν και ολοκληρώθηκε η συναυλία (ξεκίνησε σημειώστε λίγο μετά τις 22.30), η εικόνα όλων των προσκεκλημένων αγκαζέ μπορεί να θύμισε όντως σε ορισμένους φαινόμενα Πυξ Λαξ reunion, τα λόγια όμως του B. D. Foxmoor στάθηκαν πάνω και πέρα από τέτοιες συγκρίσεις: μπορεί να μην ξαναβρεθούμε ποτέ μαζί στη σκηνή, είπε, όμως να το ξέρετε πως τα παλιά τελείωσαν. Άλλωστε δήλωσε ξεκάθαρα (διάβασε εδώ) ότι για αυτόν η ειδοποιός διαφορά βρίσκεται στο τι έχει να προτείνει και σε έργο μια παρέα η οποία ξαναβρίσκεται. Κι αν κρίνω από τα όσα λίγα ακούσαμε από τον επερχόμενο Active Member δίσκο Cosmos Alivas–όπου θα συμμετάσχει και ο Νικήτας Κλιντ– μας περιμένουν και πάλι μέρες παράξενες, θαυμάσιες μέρες...
Συντάκτης: Χάρης Συμβουλίδης / Photo: Ντιάνα Καλημέρη