Σε ποιες περιπτώσεις είναι προτιμότερο να τσακωθούμε παρά να αφήσουμε ένα πρόβλημα να περάσει έτσι.
Θα νόμιζε κάποιος ότι τα δυστυχισμένα ζευγάρια τσακώνονται για διαφορετικούς λόγους από τα ευτυχισμένα. Όμως μια έρευνα του 2019 έδειξε ότι οι βασικές, τρεις αιτίες είναι κοινές:
1. Υποτίμηση (ο ένας σύντροφος αντιμετωπίζει τον άλλο, π.χ., σαν κατώτερο ή λιγότερο έξυπνο).
2. Κτητικότητα, ζήλια, εξάρτηση (για παράδειγμα, ο ένας σύντροφος απαιτεί από τον άλλο υπερβολική προσοχή ή χρόνο ή τον ζηλεύει υπερβολικά).
3. Παραμέληση, απόρριψη, αναξιοπιστία (ας πούμε, ο ένας σύντροφος δεν δείχνει ενδιαφέρον για τα συναισθήματα του άλλου, δεν επικοινωνεί αρκετά συχνά και δεν εκφράζεται συναισθηματικά).
Μια από τις διαφορές ανάμεσα στις υγιείς και μη σχέσεις είναι ότι οι πρώτες δεν αποφεύγουν να συζητήσουν τα προβλήματά τους, ακόμα και αν υποψιάζονται ότι μια τέτοια συζήτηση θα οδηγήσει σε καβγά, σύμφωνα με τον ψυχολόγο Gary W. Lewandowski.
Για την ακρίβεια, μια μελέτη του 2019 από το Πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν και το Πολιτειακό Πανεπιστήμιο της Πενσιλβάνια, σε πάνω από 1.500 ενήλικες, έδειξε ότι όσοι αποφεύγουν τους καβγάδες ενώ την πρώτη μέρα νιώθουν καλύτερα, την επομένη παρουσιάζουν χαμηλότερα επίπεδα ευεξίας και ανεβασμένη κορτιζόλη, την ορμόνη του στρες. Μια παλαιότερη έρευνα (2017) κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι σύντροφοι που αποφεύγουν να συζητήσουν τα σημαντικά θέματα έχουν λιγότερο καλή επικοινωνία, δηλώνουν λιγότερο ευτυχισμένοι και λιγότερο αφοσιωμένοι στη σχέση τους.
Επομένως, το πρόβλημα για πολλά ζευγάρια δεν είναι ότι καβγαδίζουν συχνά, αλλά ότι δεν τσακώνονται αρκετά. Όταν μιλάμε για σχετικά απλά προβλήματα (και όχι, π.χ., για απιστία ή κατάχρηση ουσιών) ο ψυχολόγος προτείνει, για μια πιο γόνιμη επίλυσή τους, να ακολουθήσουμε την εξής προσέγγιση:
-Ενώ μιλάει ο σύντροφός μας, βεβαιωνόμαστε πως καταλαβαίνουμε ό,τι ακριβώς μας λέει και ζητάμε διευκρινίσεις για ό,τι δεν είμαστε σίγουροι. Πολλοί καβγάδες αρχίζουν, ή εντείνονται, από τις παρανοήσεις.
-Καλλιεργούμε την ενσυναίσθηση. Προσπαθούμε να μπούμε στη θέση του συντρόφου μας και να φανταστούμε πώς ακριβώς αισθάνεται.
-Δίνουμε σημασία (και) στη γλώσσα του σώματός μας. Δεν προσέχουμε μόνο τι λέμε, αλλά και πώς το λέμε. Για παράδειγμα, κοιτάμε το σύντροφό μας στα μάτια και καθόμαστε χαλαρά απέναντί του. Δεν θέλουμε να του περάσουμε, έστω και χωρίς να το συνειδητοποιούμε, απειλητικά μηνύματα.
-Αναδιατυπώνουμε ό,τι μας λέει. Με αυτό τον τρόπο πετυχαίνουμε δύο πράγματα. Πρώτον, του δείχνουμε ότι τον ακούμε και δεύτερον, πιέζουμε τον εαυτό μας να τον ακούσει, όντως, πιο προσεκτικά.
-Του κάνουμε «δημιουργικές» ερωτήσεις. Έτσι, του δίνουμε την ευκαιρία να εκφραστεί -αντί να περιμένουμε, απλά, να έρθει η σειρά μας να μιλήσουμε- για να τον καταλάβουμε καλύτερα και να νιώσει ότι νοιαζόμαστε γι’ αυτόν και τη σχέση μας. Μερικά παραδείγματα ερωτήσεων, ανάλογα με την περίσταση: «Γιατί πήρες αυτή την απόφαση;», «Πώς θα μπορούσαμε να βελτιώσουμε τα πράγματα;», «Πώς το βλέπεις να εξελίσσεται αυτό;».
Όπως καταλήγει ο ειδικός, μπορεί αυτές οι συζητήσεις να είναι δύσκολες την ώρα που γίνονται, αλλά μακροπρόθεσμα θα βοηθήσουν μια σχέση να ξεπεράσει τους σκοπέλους και να δυναμώσει.
Δείτε μια σχετική ομιλία Ted:
Φωτογραφία: Damir Spanic / Unsplash